Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „zuschanzen“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

zu|schanzen [ˈtsuːʃantsən] VERB μεταβ οικ

Παραδειγματικές φράσεις με zuschanzen

jdm etw αιτ zuschanzen

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Eine Intrige des Chief Steward des Seemannsheims, mit der dieser das Kommando einem anderen Bewohner zuschanzen wollte, scheitert.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"zuschanzen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский