Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „rumtreiben“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

rum|treiben

rumtreiben irr VERB αυτοπ ρήμα sich rumtreiben οικ:

sich rumtreiben

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"rumtreiben" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский