Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Unverjährbarkeit“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά

(Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Unverjährbarkeit <-> SUBST θηλ ενικ ΝΟΜ

Unverjährbarkeit

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Sie verlangte die Unverjährbarkeit der Strafverfolgung und der Strafe bei sexuellen und pornografischen Straftaten an Kindern vor der Pubertät.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Unverjährbarkeit" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский