Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Schwärmerin“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Schwärmerin <-, -nen> SUBST θηλ

Schwärmerin

Schwärmer <-s, -> SUBST αρσ

1. Schwärmer (Träumer):

2. Schwärmer ΖΩΟΛ:

3. Schwärmer (Feuerwerkskörper):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский