Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Kartoffelstock“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Kartoffelstock <-(e)s> SUBST αρσ

Kartoffelstock ενικ CH s. Kartoffelbrei

Βλέπε και: Kartoffelbrei

Kartoffelbrei <-(e)s> SUBST αρσ ενικ

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Zu diesem Gericht werden traditionell Salzkartoffeln oder Kartoffelstock, heute auch Reis serviert.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"Kartoffelstock" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский