Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Hängebrust“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Hängebrust <-, -brüste> SUBST θηλ, Hängebusen <-s> SUBST αρσ ενικ

Hängebrust

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Der Kuçedra wird manchmal als riesige Frau mit behaarten Körper und Hängebrüsten beschrieben.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Hängebrust" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский