Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Clinch“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Clinch <-(e)s> [klɪntʃ] SUBST αρσ ενικ ΑΘΛ

Παραδειγματικές φράσεις με Clinch

mit jdm im Clinch sein/liegen οικ μτφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"Clinch" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский