Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Abwägungsgebot“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Abwägungsgebot <-(e)s, -e> SUBST ουδ ΝΟΜ

Abwägungsgebot

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Γερμανικά
Die Feststellungsbehörde hat ein umfassendes Planungsermessen, es gilt das Abwägungsgebot.
de.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Abwägungsgebot" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский